webzobbie's attack

Της πέτρας της υπομονή βάλε στο νου θεμέλιο κι ό,τι θα πεις με το θυμό, πες το, καλλιά, με γέλιο!

23.9.12

Το καλοκαίρι είναι εδώ!



"E! Κι αν δεις πουθενά το καλοκαίρι, πες του να γυρίσει πίσω... Ναι;" τελευταία πρόταση - κραυγή απελπισίας στο mail σου. Και θυμήθηκα την εικόνα τη μαγευτική του προηγούμενου απογεύματος. Εκείνης της άδειας καρέκλας στην παραλία, στραμμένης όχι προς τη θάλασσα, μα προς τον ουρανό. Ναι, στον ουρανό. Σίγουρα στον ουρανό. Μ' αυτά τα λουλακιά βαμβακερά συννεφάκια και το πορτοκαλί ηλιοβασίλεμα να κλέβει το βλέμμα και την καρδιά. Παρέα με το δέντρο κι οι δυο ακίνητοι και απορροφημένοι από την απίστευτη ομορφιά του νυσταγμένου ήλιου. Σκέφτεσαι. Σκέφτεσαι; Μπα. Θαυμάζεις μόνο. Και ονειροπολείς. Μπορείς να το κάνεις ακόμα. Για πόσο δεν ξέρω... Λες να φορολογούνται και τα όνειρα; Να περικόπτονται και να χαρατσώνονται κι αυτά; Αδύνατον! Αυτά είναι δικά σου! Ολόκληρα δικά σου! Και κανείς δεν θα τολμήσει να σου τα πάρει, ποτέ, όσο εσύ τα κοιτάς κατάματα, με το βλέμμα σηκωμένο στον πορτοκαλί ουρανό και τα λουλακιά σύννεφα. 



Το καλοκαίρι... Το 'χα κλείσει καλά σε φυλακές με μαύρα κάγκελα και χρυσά λουκέτα. Το 'σφιγγα μέσα σε κάρτες μνήμης και ηλεκτρονικά καταγώγια. Μ' αυτό είναι εδώ! Ζωντανό και αεικίνητο! Ξεπηδάει άπιαστο από παντού! Σαν τη θάλασσα! Σαν τον ήλιο που παίζει με την επιδερμίδα μου. Σαν τον αέρα που τσιγκλάει τα σύννεφα κι αυτά, χασκογελώντας, παίρνουν ολοένα και διαφορετικά σχήματα και τον κοροϊδεύουν. 

Για να στο αποδείξω, τράβηξα πάλι τη γνωστή διαδρομή. Ξαφνικά το αποφάσισα. "Πού αλλού;", είπα. "Εκεί! Μόνο εκεί! Πάντα εκεί!". Κι έτσι πάτησα αποφασιστικά το γκάζι και οι αμέτρητες ανηφορικές στροφές  διαδέχονταν η μια την άλλη. Χωρίς ανάσα, μα με χαμόγελο σταθερό και το βλέμμα να φεύγει και να χάνεται στα βουρκωμένα συννεφάκια τ' ουρανού. Ο αέρας βλέπεις... πάλι τα μάλωνε να σηκωθούν, να κάνουν καμιά δουλειά. "Άντε, τεμπέλικα! Αμοληθείτε! Φθινόπωρο έφτασε κι εσείς ρεμβάζετε πάνω από τα βουνά. Γρήγορα, κατεβείτε στους ανθρώπους και κάντε αυτό που χιλιάδες χρόνια γίνεται! Δε θα σταματήσετε εσείς τον τροχό! Άντε, αφήστε τα παιδιαρίσματα!" και να σου να φυσάει και να τα σπρώχνει κι εκείνα ν' απλώνονται νωχελικά και απρόθυμα να κουβαλήσουν το Φθινόπωρο. 



Στο 'χα πει. Εδώ είναι το καλοκαίρι! Μάρτυς μου ο ουρανός! Κι ο ήλιος! Και τα σύννεφα! Κι αν δυσκολεύεσαι ακόμα να πειστείς, θα φέρω και τη θάλασσα να σου το μαρτυρήσει: Το καλοκαίρι είναι  ΕΔΩ! Αρκεί ν' ανοίξεις τα μάτια της ψυχής σου. Δες: δε διακρίνεται ορίζοντας! Μόνο απέραντο, απίστευτο, μαγευτικό γαλάζιο! Πού σταματά το Λιβυκό και πού αρχίζει ο ουρανός μου; Μα, έχει καμιά σημασία; 


Βότσαλα! Πόσα βότσαλα; Πώς εμφανίστηκαν όλα αυτά μέσα σ' ένα μήνα; Φύγαμε εμείς, οι ενοχλητικοί, και ξεμύτισαν κείνα να κρατήσουν παρέα στη θάλασσα. Να τραγουδούν εκείνα με τη δική τους μοναδική φωνή τα τραγούδια τους. Εμείς... εμείς θα επιστρέψουμε φασαριόζικοι και φωνακλάδες, μελαγχολικοί ή αμίλητοι μερικούς μήνες μετά. Τώρα είναι η σειρά των βότσαλων να νιώσουν το δικό τους καλοκαίρι. Στο 'χα πει ότι το καλοκαίρι είναι εδώ, σωστά; 


Να το! Εκεί στο βάθος. Ανάμεσα στα κλαδιά του αγαπημένου μου ευκαλύπτου. Πάνω στο παιχνίδισμα του ήλιου με την επιφάνεια της θάλασσας. Σε κάθε υποψία σκιάς. Το καλοκαίρι είναι εδώ! Μέσα στο ποτήρι με το δροσερό νερό. Στο άρωμα του ελληνικού καφέ. Στα σκούρα γυαλιά που δεν αποχωρίζεσαι ποτέ. Στους κόκκους της άμμου μέσα στις σελίδες του βιβλίου σου. Το καλοκαίρι είναι εδώ! Δεμένο χειροπόδαρα πίσω από μαύρα κάγκελα. Ελεύθερο μέσα στην καρδιά μας. 



Εις το επανιδείν! 

17.9.12

Πορτοκαλί σκέψεις


Γλυκιά εξάντληση. Ύπνος, ακίνητη, βαθύς. Ώρες αισθάνομαι πως αυτή η... πέτρα που έλεγα, η πρασινωπή καταμεσής του γαλάζιου μου, μ' έχει πλακώσει και μου σταματά την ανάσα. Θαρρώ μ' έχει καθηλώσει και ούτε το μυαλό μου δεν μπορεί να κινηθεί. Μόνο την καρδιά μου αισθάνομαι να ασφυκτιά και να κοντεύει να σπάσει από την υπερπροσπάθεια να γλιτώσει τη σύνθλιψη. Μα μόλις η σκέψη ολοκληρωθεί, χαμόγελο πλατύ σκανταλιάς απλώνεται στο πρόσωπό μου. "Τι λες;;; Η... πέτρα σου μόνο φιλόξενο σπίτι μπορεί να θεμελιώσει. Ναι, βαριά να τη σηκώνεις, μα... δε χρειάζεται δα και να την κουβαλάς πάντα! Άσ' την κάτω και σκαρφάλωσε. Κοίτα πέρα το γαλάζιο, πάρε βαθιές ανάσες αναζωογονητικές και συνέχισε για το επόμενο λιθαράκι. Λίγο λίγο θ' ανέβει ο τοίχος. Σιγά σιγά θα χτιστεί το σπιτικό."

Σκέψεις αλμυρές, με τον αέρα να τις στεγνώνει και να αφήνει το αλάτι γύρω τους. Και ένα υπέροχο, ατέλειωτο πορτοκαλί να τις τυλίγει ζεστά, να τις γλυκαίνει, να τις χρωματίζει οικεία και να τις φέρνει πιο κοντά, να τις κοιτώ κατάματα, να μην τις φοβάμαι.




Το Φθινόπωρο, λέω, με μελαγχολεί. Ο ήλιος νυστάζει νωρίς και μ' αφήνει μόνη να βολοδέρνω. Τινάζει απ' τα βλέφαρα τις τελευταίες πορτοκαλοκόκκινες σταγόνες κούρασης και κοιμάται πίσω από το αγαπημένο μου μυτερό βουνό. Τα πρωινά έρχονται πιο υγρά και πιο κρύα. Το σημερινό μάλιστα ήρθε κλαίγοντας γοερά, σαν κακομαθημένο παιδί που δεν θέλει να πάει σχολείο. Σηκώθηκα να το καλοπιάσω. "Μην κάνεις έτσι! Είσαι όμορφο! Χαμογέλα και να δεις τι καλά που θα περάσουμε!" του είπα πίσω από τη σίτα κι αυτό... τσίριζε περισσότερο κι έβρεχε τη λύπη του πιο δυνατά. "Οοο, άσε τα πείσματα!", το μάλωσα κι έκλεισα το παράθυρο. "Ετοιμάσου! Σε μια ώρα πάμε σχολειό!". Κι εκείνο θιγμένο σταμάτησε και ετοιμάστηκε για το πρωινό κουδούνι και τις δύσκολες γραμμούλες. Τα μεσημέρια το Φθινόπωρο ζορίζεται. Ανάβει και κορώνει και ξελαρυγγιάζεται στις σχολικές αυλές. Μέχρι που ο ήλιος νυστάζει πάλι, αποκαμωμένος από την προσπάθεια και το παιχνίδι και πάει πάλι, νωρίς νωρίς, στο κρεβατάκι του.

Το ίδιο ξανά και ξανά...



Τελικά, όσο το σκέφτομαι, τόσο πιο πορτοκαλί και οικείο φαντάζει...!

4.9.12

Μια μεγάλη πέτρα


Ξύπνημα βάρβαρο, με ήχο ξεχασμένο εδώ και μήνες. "Πάψε, καταραμένο!" μουρμούρισα, αλλά... παραδόθηκα στο βασανιστήριο και το βίωσα ως το κόκαλο. Υποχρέωση ανειλημμένη. Στάση για τα καθιερωμένα πρώτα πεσκέσια: καφέ και ζάχαρη, χυμό, νερό, ποτηράκια... αυτά μαζί με τα χαμόγελα και τις ολόθερμες ευχές για καλή αρχή και δημιουργική χρονιά. "Πανικός!" η πρώτη σκέψη της διαδρομής, αντικρίζοντας εκσκαφείς και απαγορευτικά. "Να 'χω στο νου μου να ξεκινώ νωρίτερα...".  Λίγη υπομονή και... "αυτό ήταν!". Το φεγγάρι μού κλείνει το μάτι, κάτασπρο, πάνω από το μυτερό βουνό. "Πανέμορφο!!!!", θαυμάζω και σκάω το πρώτο χαμόγελο, επιτέλους. Ας είναι αυτή η τελευταία σκέψη και η κυρίαρχη της χρονιάς...!  

Και μετά... φιλιά, χαμόγελα, ευχές, σε οικείο περιβάλλον. Οικείο. Σκέτα. Χωρίς πολλά επίθετα και μετοχές να το προσδιορίζουν. Μόλις τα χαμόγελα κόπασαν λίγο, μόλις οι χειραψίες σταμάτησαν, το γραφειάκι έγινε υπερβολικά στενό. Σχεδόν ασφυκτικό. Και τότε ακριβώς ήταν που αναζήτησα διέξοδο σε ταξίδια φυλακισμένα σε κάρτες μνήμης και συσκευές ηλεκτρονικές. Όμως μια επισήμανση έπεσε πάνω μου σαν τεράστιος βράχος, γκρέμισε την οροφή, με καταπλάκωσε και το γραφειάκι έγινε ακόμα πιο ασφυκτικό: 

"Μαριλία, το καλοκαίρι τελείωσε!"
"Και γιατί μου το λέτε αυτό, κύριε Νίκο; Γιατί είστε κακός άνθρωπος;" 
"Για να σε προσγειώσω και να μην προσγειωθείς ανώμαλα."
"Μα, αφού... το συννεφάκι μου το πάρκαρα έξω! Πεζή μπήκα μέσα..."

Πεζή. Και πεζούς συνάντησα. Πεζούς. Ούτε ιδέα για ένα φτεροκόπημα. Ούτε καν για ένα σάλτο. "Μάτια, χέρια, μυαλά όλο χώματα". Όμως τι πέρασε απ' το βλέμμα μου, τι κινήθηκε γύρω μου και προκάλεσε την επισήμανση; Τι φάνηκε που δεν πρόσεξα; Το συννεφάκι μου... το συννεφάκι μου δεν είναι μόνο δικό μου; 

Αέρα. Γρήγορα! Και νερό. Τώρα! Ευτυχώς ένα κομμάτι απ' το συννεφάκι μου το 'χα χώσει στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου: μαγιό, πετσέτες, ψάθα, βιβλίο... Γρήγορα! Τώρα! Μόνο που τα συννεφάκια δεν κατεβαίνουν στην άσφαλτο. Κι όταν κατέβουν, γίνονται επικίνδυνα. "Ε! Κοπελιά! Είσαι στο αντίθετο ρεύμα! Δεν είναι μονόδρομος!" "Με συγχωρείτε! Έχετε δίκιο!" ... !!!! Πώς το 'κανα;... 

Θάλασσα. Γρήγορα, σε παρακαλώ. Και... επιτέλους, μπλε! Πολύ! Δροσερό, απέραντο, αεικίνητο, καταδεκτικό, παρηγορητικό πολύ. Και εκεί που κάθομαι έξω και παίρνω γρήγορες ανάσες, κοιτώ μια μεγάλη πρασινωπή πέτρα μπροστά μου. "Να, έτσι είναι το σχολείο", σκέφτομαι, "Μια μεγάλη πέτρα καταμεσής του γαλάζιου μου. Πώς κατάντησε "πέτρα" το Σχολείο μου; Γιατί; Πόσο πόνεσε η τελευταία χρονιά; Τουλάχιστον... το λούζει η θάλασσα. Κάτι είναι κι αυτό. Να μη βαλτώνει", προσπαθώ να παρηγορηθώ. "Να αντέχει στα κύματα και στους αέρηδες. Στις παιδικές τσιρίδες και στα τρεχαλητά. Στα παιχνίδια και τα χοροπηδήματα. Μια μεγάλη πέτρα... μπορεί να σου προσφέρει καταφύγιο, να σ' αφήσει να κάτσεις πάνω της και να ξεκουραστείς, να σκαρφαλώσεις και να κοιτάξεις πέρα ή πίσω από τοίχους, να θεμελιώσεις κάστρα... Μια μεγάλη πέτρα στη θάλασσα είναι το σχολείο μου."...

Καλή χρονιά! 

1.9.12

Διάλογοι Ι


Γκρίνιαξε πάλι δυνατά ο εαυτός μου. Αυτός ο δεύτερος, ο παραπονιάρης, ο φοβητσιάρης, ο τεμπέλης. Γκρίνιαξε. Έπεισε το γόνατο να ουρλιάζει και στη συνέχεια τσίγκλησε τον αυχένα. Δεν άφησε ανεπηρέαστη ούτε τη μέση μου, ούτε το κεφάλι μου. 
-Φωνάζετε όλοι μαζί, να δούμε τίνος θα περάσει!, μούγκρισε πεισματωμένα. 
-Άσε τα... σάπια, φίλε! Ξέρω καλά ότι όλα αυτά είναι μέρος της άρνησής σου να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα! Ξεκινάς δουλειά πάλι και ΦΟΒΑΣΑΙ! Άσε, λοιπόν, τις υστερίες κι έλα να δούμε τι γίνεται στ' αλήθεια!, του απάντησα κατάμουτρα.
Ξέρει πως δεν μπορεί να μου κρυφτεί και μαζεύτηκε, ντροπιασμένος, στο βάθος. 
-Λοιπόν, εντάξει, κατανοώ ότι πέρασες πολύ δύσκολα πέρσι, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα συνεχιστεί και φέτος! Φέτος είναι άλλη στιγμή, με σένα ξεκούραστο και το μυαλό σου σε τάξη. Ξεκόλλα, λοιπόν, από φόβους και εμμονές, άσε τους αντιπερισπασμούς και... προχώρα. 
-Πείσε με!, έκανε σθεναρές προσπάθειες να σταθεί στο ύψος του, αν και ήξερε ότι... δύσκολα θα μου κρυβόταν.
-Ωραία λοιπόν, άλλη μια φορά: ξέρεις τη δουλειά σου, ξέρεις τα τρωτά σου σημεία, ξέρεις τι λάθη έκανες και υποσχέθηκες να μην τα ξανακάνεις. Ξέρεις τι συνθήκες θα αντιμετωπίσεις και τι καταστάσεις θα 'χεις να αντιπαρέλθεις. Ξέρεις ότι επέλεξες να κάνεις αυτό που κάνεις και ότι είσαι καλός σ' αυτό με μεγάλα περιθώρια βελτίωσης που δε διστάζεις να επιχειρήσεις. Δε βλέπω το λόγο της άρνησής σου! Ούτε της κακεντρέχειάς σου να μου πονάς διάφορα, ακόμα δεν μπήκε ο μήνας, καλά καλά! Σύνελθε, λοιπόν, και καλή αρχή!
-Κι εσύ ξέρεις ότι έχω δικαίωμα να φοβάμαι και να αρνούμαι. Όπως επίσης ξέρεις πως δεν είναι ωραίο πράμα να μου κολλάς ταμπέλες με... "τίτλους τιμής"! Αν θες να τα πάμε καλά, κατανόησέ με και, εντάξει..., δέχομαι να ξεκινήσουμε διαφορετικά φέτος. Σύμφωνοι; 
-Άντε, να δούμε...!

-Κι αν έρθουν δύσκολα απ' την αρχή;
-Το πιθανότερο. Ε, και; Να χαμογελάς δεν ξέρεις;
-Ε, δυσκολεύομαι πια. 
-Πρόβλημά σου. 
-Μα πέρσι κατηγορήθηκα ότι δεν χαμογελούσα πολύ.
-Ε, προσπάθησε περισσότερο! 
-Πώς; 
-Έτσι: :D και σ' αυτό θα βοηθούσε αν άφηνες τις γνάθους μου χαλαρές και ήσυχες!!! βρήκα αφορμή να τον μαλώσω πάλι.
-Πέρσι δε με στήριξε κανείς! 
-Ε, και; Χέρια, πόδια, μυαλό, καρδιά, ψυχή δεν έχεις; Στηρίξου μόνος σου.
-Μα, απογοητεύτηκες. 
-Ε, κάνω κι εγώ λάθη. Το θέμα είναι να τα βλέπεις και να μην τα επαναλαμβάνεις. 
-Δηλαδή φέτος δε σε νοιάζει αν απογοητευτείς ξανά;
-Με νοιάζει. Αλλά θα το φροντίσω να μη γίνει ή, αν γίνει, να μη με πειράξει τόσο. 
-Τι άλλαξε και μου το παίζεις τόσο σίγουρη και αποφασιστική; 
-Σταμάτησαν οι... τούμπες που έφερνε η ζωή μου πέρσι, αυτό έγινε. Και όσο στέκεται σ' αυτή την πλευρά, θα λειτουργήσω με όσα έμαθα... κατρακυλώντας! 
-Καλό ακούγεται. Αλλά αν ξαναρχίσεις να κατρακυλάς; 
-Μακάρι! Να δούμε πώς θα 'ναι όταν σταθείς και με άλλη πλευρά! γέλασα. 
-Δεν τρώγεσαι με τίποτα!, μου αντιγύρισε θιγμένος. Και είσαι και ασυνεπής!!!!
-Εγώ; Γιατί;
-Μου 'χες υποσχεθεί πανσέληνο στην παραλία! Από νωρίς ως αργά! Μόνο οι δυο μας! "Να βάλουμε τα πράγματα σε τάξη εν όψει... τάξης", έτσι δε μου 'χες πει;;; 
-χαχαχαχα! Πόσο παραπονιάρης είσαι! Ε, καλά, κι εγώ στενοχωρέθηκα, αλλά... σε πήγα αυτοκινητάδα. 
-Ήταν μικρή και φορτισμένη! Εγώ ήθελα... χρόνο για 'μάς τους δυο! 
-Μα, μείναμε ώρα πολλή στο μπαλκόνι!!!
-ΔΙΑΒΑΖΕΣ!!!! μου ούρλιαξε κατάμουτρα.
-Γι' αυτό μου πόνεσες τον αυχένα; 
-Γι' αυτό. Άλλη φορά να 'σαι συνεπής και να με προσέχεις!
-Καλά. Πάμε τώρα να σου βάλω πάγο στο γόνατο και να δούμε τι θα κάνουμε για τη θλάση που μου... κάθισες στο σβέρκο και τα ξαναλέμε, φοβητσιάρη!, τον μάλωσα τρυφερά.
-Πάλι τα ίδια;;;; Το νου σου, γιατί... δεν το 'χω σε πολύ να σε κάνω να ουρλιάζεις απ' τον πόνο!!!, μου φώναξε έτοιμος να βάλει τα κλάματα.
-Εντάξει, εντάξει, γέλασα. Ανακωχή! Φρόνιμοι και οι δύο και όλα καλά θα πάνε.