webzobbie's attack

Της πέτρας της υπομονή βάλε στο νου θεμέλιο κι ό,τι θα πεις με το θυμό, πες το, καλλιά, με γέλιο!

21.1.10

Μελάνι κόκκινο



Ανάγκη για στιλό και χαρτί απόψε. Μελάνι κόκκινο να ποτίσει, να μείνει για πάντα εισχωρώντας βαθιά.

Γιορτή σήμερα. Για άλλους. Για μένα ίδια η μέρα. Κοινή. Ρουτίνας. Το πρωί βόλτα στο κέντρο και διευθέτηση οικονομικών εκκρεμοτήτων. Έπειτα στάση σε βιβλιοπωλείο. Αγορές για τα παιδιά μου. Κι έπειτα ζεστή σοκολάτα η οποία τελικά δεν κατάφερε να με μεταφέρει εκεί που υποσχόταν: στην Ουτοπία. Επιστροφή με τελευταία στάση στο σούπερ μάρκετ απ' όπου και η αγορά του μελανιού. Κόκκινο, να ρέει σαν αίμα στο χαρτί, δίνοντάς του ζωή, μεταφέροντας οξυγόνο, αυτό που το κλέβει από μένα και το προσφέρει απλόχερα στο χαρτί να ζωντανέψει.

Κακοδιαθεσία. Μέρες τώρα. Ελλείψεις και κενά. Κακοδιαθεσία που αποτυπώνεται και στο χαρτί. Γράμματα άσχημα, πιεσμένα καιρό και στριμωγμένα σε "ορθές φορές" και επιτηδευμένες καλλιγραφίες! "Μα πρέπει να μάθουν να γράφουν όμορφα και σωστά". Κι αν όχι, τι;

Γεμίζει η σελίδα. Δεν αδειάζει η ψυχή. Γεμάτη, φορτωμένη, κουρασμένη, ασφυκτιά. Πού κρύβεται η λύτρωση;

7.1.10

15.1.10

Το ανθρωπάκι της ζύμης



Μια φορά ζούσε μια γυναίκα που τρελαινόταν να φτιάχνει ζύμες. Από μικρό κοριτσάκι θυμόταν τον εαυτό της, χωμένο στην κουζίνα, να ανακατεύει υλικά. Κανένα άλλο παιχνίδι δεν την ευχαριστούσε όσο η δημιουργία ζυμαριού και το πλάσιμό του σε ό,τι σχήμα μπορεί να φανταστεί ένα παιδικό μυαλουδάκι.

Μεγαλώνοντας έγινε -τι άλλο;- μια εξαιρετική αρτοποιός και μάλιστα απέκτησε και το δικό της αρτοποιείο. Τα κουλουράκια της ευωδίαζαν από μέτρα μακριά! Τα κρουασάν της χόρταιναν πολλά παιδιά καθημερινά, ενώ τα πάμπολλα διαφορετικά είδη ψωμιού της συνόδευαν το φαγητό εκατοντάδων ανθρώπων στην πόλη της. Η γυναίκα δούλευε ακούραστα από τα χαράματα, ως αργά το απόγευμα και καθημερινά έφτιαχνε και μια νέα συνταγή ή ένα νέο σχήμα ψωμιού.

Ένα βράδυ αισθάνθηκε την ανάγκη να ζυμώσει. Μπήκε στην κουζίνα του σπιτιού της, άνοιξε βάζα και βαζάκια, ανακάτεψε υλικά και διάθεση, έφτιαξε μια γλυκιά ζύμη και ετοιμάστηκε να πλάσει ένα τσουρέκι. Όμως τα χέρια της, λες και κινούνταν από μόνα τους, έφτιαξαν ένα όμορφο ανθρωπάκι. Του έφτιαξε παντελόνι κοντό, πουκάμισο με μεγάλα κουμπιά, του φόρεσε παπουτσάκια και του σχημάτισε όμορφα, καλοχτενισμένα κοντά μαλλάκια.

Στάθηκε, το κοίταξε ικανοποιημένη, το άλειψε με ζαχαρόνερο και ετοιμάστηκε να το βάλει στο φούρνο, όταν ξαφνικά το ζυμαρένιο παιδάκι έδωσε ένα σάλτο και τσουπ! βρέθηκε πάνω στον πάγκο της κουζίνας της.
-Τι πας να κάνεις; τη ρώτησε τρομαγμένο.
-Από πού ξεφύτρωσες εσύ; το ρώτησε με τη σειρά της, ενώ η φωνή της έβγαινε με δυσκολία.
-Εσύ δε με έφτιαξες; Τι ρωτάς; Είμαι πλάσμα των χεριών και της φαντασίας σου. Είσαι η... μαμά μου!, είπε το ανθρωπάκι και άνοιξε τα ζυμαρένια χεράκια του για να την αγκαλιάσει.

Η γυναίκα είχε μείνει εμβρόντητη. Ένα παιδάκι; Πάντα ήθελε ένα παιδάκι! Μα πριν προλάβει να κάνει δεύτερη σκέψη το μικρό ζυμαρένιο πλασματάκι είχε κολλήσει πάνω της και της είχε σκάσει ένα αλευροφιλάκι στο μάγουλο.

Όταν κατάφερε να ξεπεράσει τη συγκίνηση και την έκπληξή της η γυναίκα σκέφτηκε ένα όνομα για το παιδάκι της.
-Ένα παιδάκι! Γιατί όχι; Ένας γιος! Αλλά κάπως πρέπει να σε φωνάζω. Θα σε φωνάζω... Ζυμαρούλη! Τι λες;
Ο μικρός χαμογέλασε και έτσι το όνομα κατοχυρώθηκε.

Η γυναίκα πήρε τρούφα, την άπλωσε με μεγάλη προσοχή στο κεφαλάκι του παιδιού κι έτσι σχημάτισε τα μαλλιά του Ζυμαρούλη μαύρα. Με ζαχαρόπαστα χρωμάτισε το πανέμορφο πουκαμισάκι του θαλασσί και το παντελονάκι του άσπρο. Τα παπουτσάκια του τα έβαψε καφετιά και μάλιστα τους έβαλε και κορδόνια. Ο Ζυμαρούλης έγινε ένα γλυκύτατο αγοράκι. Και πώς θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού η μαμά του είχε χρησιμοποιήσει μια γλυκιά ζύμη για να τον φτιάξει.

Ζούσε φυσιολογικά, πήγαινε σχολείο, έκανε τα μαθήματά του και είχε αδυναμία στα μαθηματικά. Έκανε ποδήλατο, έπαιζε φυσαρμόνικα και το μόνο πρόβλημα που είχε ήταν τα ατυχήματα που συνέβαιναν στο γήπεδο και κατά τη διάρκεια του διαλείμματος στο σχολείο. Όταν ο Ζυμαρούλης χτυπούσε, η μαμά του αναγκαζόταν να του πλάσει νέα ζύμη για να... μπαλώσει το τραύμα. Επίσης παρόμοιο πρόβλημα δημιουργούνταν όταν ο Ζυμαρούλης στενοχωριόταν κι έβαζε τα κλάματα. Τότε χρειαζόταν λίγη επιδιόρθωση το προσωπάκι του γιατί τα δάκρυα αλλοίωναν τη ζύμη του προσώπου του και χαλούσαν τα γλυκά χαρακτηριστικά του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η μαμά του έμπαινε στην κουζίνα και έφτιαχνε τη ζύμη της... παρηγοριάς, όπως την έλεγε.

Μόνο που, καμιά φορά, η ζύμη δε γινόταν ίδια με την προηγούμενη και ο Ζυμαρούλης γινόταν άλλοτε πολύ γλυκό παιδάκι, άλλοτε λιγότερο γλυκό κι άλλοτε... αλμυρό! Άλλες φορές ήταν μαλακός κι άλλοτε σκλήραινε και γινόταν απότομος. Τότε ήταν που δεν άκουγε τη μαμά του κι εκείνη τον μάλωνε και του τραβούσε το αφτί. Όμως, τι μπελάς! Το αφτί του Ζυμαρούλη μεγάλωνε και γινόταν... τριπλάσιο από το άλλο! Και τότε ένιωθε άσχημα, έβαζε τα κλάματα και το προσωπάκι του χαλούσε κι αυτό!

-Μείνε τώρα έτσι, για να μάθεις να μ' ακούς! του είπε μια μέρα η μαμά του θυμωμένη.

Ο Ζυμαρούλης έβαλε περισσότερο τα κλάματα και το θαλασσί του πουκαμισάκι ξέβαψε, ενώ άρχισε να λιώνει και η μύτη του, ακόμα και το αριστερό του παπούτσι! Όταν τον είδε η μαμά του σ' αυτή την κατάσταση τρόμαξε πολύ. Ξέχασε το θυμό της και μπήκε γρήγορα στην κουζίνα της για να διορθώσει το κακό. Ανακάτεψε τα μαγικά υλικά της, έβαλε μεγαλύτερη δόση φροντίδας και προσοχής και έφτιαξε πάλι μια γλυκιά και μαλακιά ζύμη, με την οποία διόρθωσε ό,τι είχε χαλάσει.

Έτσι, ο Ζυμαρούλης έγινε και πάλι ένα γλυκό κι ευγενικό παιδάκι και υποσχέθηκε ποτέ να μην ξαναστενοχωρήσει τη μαμά του.

9.1.10

Διαδικτυακές... σουπιές!

Ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα από το πρωί. Κάπου ένιωσε να διεκδικούν ένα κομμάτι της και αγρίεψε, ούρλιαξε από θυμό και πόνο. Μέρες παλεύει να ισορροπήσει σε τεντωμένο σκοινί. Μέρες που το γέλιο με το κλάμα έχουν πιαστεί αγκαλιά και χορεύουν ταγκό. Με εναλλαγές του ρυθμού, με ένταση και πάθος. Αυτό όμως το σημερινό δε θα το άφηνε να περάσει έτσι. Θα 'δειχνε, επιτέλους, τα νύχια της και δε θα δίσταζε να τα βυθίσει σε σάρκες εχθρικές.

Την ένταση αυτή προσπάθησε να αποφορτίσει μαγειρεύοντας. Τυχαία άραγε η επιλογή; Σουπιές! Με συνταγή από το διαδίκτυο. Πολύ δεν ανακατεύεται τώρα τελευταία το διαδίκτυο στη ζωή της; Σκέψεις και δάκρυα πάνω από το κρεμμύδι, ένταση και δόντια σφιγμένα κατά τον τεμαχισμό της σουπιάς, δυσαρέσκεια και αγανάκτηση πάνω από το σερβιρισμένο πιάτο. Ε, λοιπόν, οι σουπιές δεν της αρέσουν καθόλου. Το 'ξερε. Αλλά ήθελε να δοκιμάσει για να σφραγίσει οριστικά την άποψή της: δεν τις πάει με τίποτα!

Εκείνη προτιμάει, σαφώς, υλικά πιο ευγενικά, πιο αγνά, λευκά και ήρεμα: Αλεύρι, άσπρο, μαλακό, ευαίσθητο. Γιαούρτι, βελούδινο, απαλό, παιδικό. Φέτα, λευκή, δυνατή, οικεία. Λάδι καθαρό και διαυγές και αβγά, η αρχή της ζωής . Το αποτέλεσμα τη γαλήνεψε...


3.1.10

Γλυκό ποδαρικό 2010

Για την καινούργια τη χρονιά
ευχή καρδιάς θα κάνω:
η μοίρα να σκορπά χαρές
να περπατάτε πάνω


Μέρες γιορτινές, οικογενειακές, χαρούμενες, με πολλά φωτάκια και άχνη ζάχαρη. Γελάκια παιδικά, ευχές για "περισσότερα άτομα στο τραπέζι", ζωηρά χαρτιά περιτυλίγματος και έκπληξη στα μάτια, γλυκές γεύσεις και όμορφες μυρωδιές, γνωστές χαρούμενες μελωδίες, απολογισμός...

Αλλαγή του χρόνου με ευχές και χαμόγελα, τραγούδια -από τηλεοράσεως- και ξενύχτι ως αργά. Μα αργότερα, με τα φώτα σβηστά, την ησυχία απλωμένη παντού, τα κουτιά μαζεμένα στην άκρη και τις μυρωδιές σβησμένες από ώρα, μόνο ένα "αχ!" παγώνει το χαμόγελο. "Άδεια μου αγκαλιά..." και τα μάτια λάμπουν αλμυρά...