webzobbie's attack

Της πέτρας της υπομονή βάλε στο νου θεμέλιο κι ό,τι θα πεις με το θυμό, πες το, καλλιά, με γέλιο!

12.5.12

Περί ανέμων και... υδάτων

Αλλιώς είχα σκοπό ν' αρχίσω. Έψαχνα ώρα, βέβαια, το πώς, αλλά τελικά... Ξεκίνησα προσθέτοντας 2 χάρτινα φίλτρα στην καφετιέρα, 1,5 κουταλιές καφέ στα φίλτρα, 1,5 κούπα νερό στο κατάλληλο δοχείο και, τέλος, άναψα το κόκκινο κουμπάκι. Περίμενα 2 λεπτά και συνέχισα παίρνοντας τη μικρή φλιτζάνα με το καραβάκι. Έβαλα αρκετό από το ευωδιαστό, καφέ υγρό και το 'φερα στο γραφείο, μήπως και η μυρωδιά με κάνει να "λυθώ". 

Και λύθηκα. Στο γέλιο! Το... πτώμα που επιπλέει στο καφέ υγρό θέλει κάτι να μου πει; 

Πάει καιρός που αισθάνομαι να επιπλέω. Σε σκούρα ρευστή επιφάνεια. Μια αδέξια κίνηση, λίγη επιπολαιότητα και... αυτό ήταν. Όλη η σκούρα, ρευστή επιφάνεια θα απλωθεί και εντός μου. Όχι πως δεν έχω πάρει γενναίες τζούρες σε κάθε άτσαλη κίνησή μου, αλλά να, μέχρι τώρα ένιωθα τη ζεστασιά της βοηθητική, σχεδόν καταπραϋντική. Τώρα πια παλεύω να βγω στην άκρη και να κρατηθώ μόνη μου στο χείλος γιατί... βαρέθηκα τη σκούρα ρευστή επιφάνεια, όσο ωραίο άρωμα κι αν έχει. 

Χθες άκουσα τη συμβουλή σου. "Το επόμενο βήμα θα 'ναι να βγαίνεις τέτοια ώρα και να πηγαίνεις για μπίρες". Κατά γράμμα η οδηγία. Κόκκινα τακούνια (!!!), χρωματιστό φόρεμα (με μια μαύρη πλάτη, παρόλ' αυτά, ν' ακουμπά κατάσαρκα), χαμόγελο αχνό (γι' αυτό δεν είχα οδηγίες), μια κόκκινη πασμίνα να καλύπτει το μαύρο της πλάτης που φαινόταν και... έξω! Χωρίς επιγονατίδα. Ζόρι. Θέλει αρετή και τόλμη. Μπίρα δροσερή σε χώρο εξωτερικό. Να φυσά ο αέρας και να παίρνει τα "αχ!", να φέρνει την υγρασία της θάλασσας ως το κόκαλο. Επιστροφή λίγο πριν η άμαξα γίνει κολοκύθα. Λίγο πριν το "κόκκινο παπούτσι" μείνει στο τελευταίο σκαλί. Πού καιρός για παραμύθια; 

Χθες ο ύπνος ήταν ήσυχος. Ή μήπως όχι; Ήθελα, λέει, να αλλάξω τ' όνομά μου, αλλά έπρεπε να γίνει... μυστικά! Μόνο ένα άτομο, αυτό που θα πραγματοποιούσε την αλλαγή, θα γνώριζε γι' αυτό. Το παλιό πρόσωπο που θα κρυβόταν πίσω από το νέο ονοματεπώνυμο θα 'πρεπε να πεθάνει με... συνοπτικές διαδικασίες. Το νέο θα 'πρεπε να γεννηθεί με ένα κομμάτι του σκοτεινό και φυλαγμένο καλά. Τελικά, επειδή ούτε και στον ύπνο μου μ' αρέσει να κρύβομαι, η δικαιολογία για την ακύρωση της διαδικασίας βρέθηκε και ήταν λυτρωτική: πώς θα με βρίσκουν οι φίλοι μου; Πού θα 'ρχεται η αλληλογραφία μου από τον e-πατερούλη; Και τους λογαριασμούς μου πώς θα τους πληρώνω; Τελικά, σταμάτησα ό,τι είχα η ίδια ξεκινήσει, δοκίμασα μερικά... ψάθινα καπέλα (!!!), έβαψα κατακίτρινο ένα χοντρό μπουφάν κυλώντας το σε μια καρότσα τριαξονικού φορτηγού (!!!) γεμάτου με κίτρινη μπογιά γιατί... έτσι έπρεπε, λέει, να γίνει και... ξύπνησα. 

Τηλέφωνα κλειστά για ώρες μετά. Όχι ότι μ' έψαξε κανείς, αλλά για να μην με. Η "Αναφορά" δίπλα μου στο κρεβάτι, αλλά ακόμα κλειστή. Με συγκλόνισε ο πρόλογος της Ελένης. Με διέλυσε η γραφή του στον δικό του πρόλογο. "Απλώνω το χέρι, φουχτώνω το μάνταλο της γης, ν' ανοίξω την πόρτα να φύγω, μα κοντοστέκουμαι στο φωτεινό κατώφλι ακόμα λίγο. Δύσκολο, δύσκολο πολύ να ξεκολλήσουν τα μάτια, τ' αυτιά, τα σπλάχνα από τις πέτρες και τα χόρτα του κόσμου. Λες: Είμαι χορτάτος, είμαι ήσυχος, δε θέλω πια τίποτα, τέλεψα το χρέος και φεύγω. Μα η καρδιά πιάνεται από τις πέτρες κι από τα χόρτα, αντιστέκεται, παρακαλάει: "Στάσου ακόμα!"..." ... Ως εκεί άντεξα. Μέρες κλειστή η πορφυρή έκδοση του 1965 με τα κιτρινισμένα φύλλα και την ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ μυρωδιά παλιού βιβλίου! Τριάντα χρόνια την έβλεπα στην ίδια θέση να περιμένει σιωπηλή και σίγουρη για τον εαυτό της και η προτροπή που ερχόταν κατά καιρούς: "Διάβασε Καζαντζάκη! Τόσα βιβλία είναι μέσα. Διάλεξε όποιο θες. Αλλά άσε την Αναφορά στον Γκρέκο για το τέλος.", έπεφτε στο κενό, λες και ήξερα τι με περίμενε. Πρόσφατα το πήρα απόφαση, μόνο που τα 'κανα ανάποδα. Ως συνήθως! Η Αναφορά, το δεύτερο βιβλίο του που ανοίγω.
"Μπαμπά, να δανειστώ την Αναφορά στον Γκρέκο;"
"Ορίστε;", ξαφνιασμένος από την ερώτηση. 
"Να δανειστώ την Αναφορά;"
"Μ! Τι ρωτάς, παιδί μου; Πάρε ό,τι θες, δική σου όλη η βιβλιοθήκη!"

Ξεκίνησα το ίδιο βράδυ. Και σταμάτησα λίγη ώρα αργότερα. Την κουβαλούσα όλη τη βδομάδα μαζί μου. Από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Να τη βλέπω λοξά και να αποφασίσω να μην την αποφεύγω. Γνώριμες τακτικές μου, όχι μόνο με τ' αναγνώσματα. Βαθιά ανάσα και... πάμε απ' την αρχή. 

Πονεμένο Γόνατο (αν και πλέον... μπορώ να κάνω αλλαγή ονόματος και να διαλέξω το Πονεμένα Γόνατα)


Υ.Γ. Βαρέθηκα, ρε γαμώτο! Θέλω να κάτσω οκλαδόν και να ευχαριστηθώ το γράψιμο, το διάβασμα, το χαζολόγημα. Να περπατώ άνετα και να... κλωτσώ ό,τι εμποδίζει τη ζωή μου, ό,τι δε γουστάρω πια να βλέπω εμπρός μου! Ζητάω πολλά;

Υ.Γ. Αν και κολλάει περισσότερο στο προηγούμενο ποστ... δεν παύει να 'ναι από τα αγαπημένα μου.
;)

5.5.12

Ταξίδια


"Τις πρώτες πρωινές ώρες της ημέρας, συνήθιζα να κάθομαι στο λευκό καναπέ του σαλονιού μου και ν’ αγναντεύω απρόσκοπτα την απεραντοσύνη του πατώματος.. Φαντασιωνόμουν παράθυρα που ανοίγουν στην θλίψη, χαμόγελα που χτυπούν βαλσαμωμένα όνειρα, τον ήλιο να δύει σε μια χαραμάδα ελπίδας…
Κι όταν η πρώτη ηλιαχτίδα της ημέρας έπεφτε στ’ ανατολικά σύνορα του πόνου, προειδοποιώντας με για την επικείμενη ηλιοκαταιγίδα, ανασήκωνα ψηλά το βλέμμα και με χτυπούσαν ξανά χιλιάδες πατώματα."

"Κάποιο καλοκαίρι, όταν σύσσωμο το διοικητικό συμβούλιο των εσωτερικών μου θαλασσών απεφάνθη βέβαιο πνιγμό, πήρα την απόφαση να εκτεθώ..
Άφησα τις σιωπές μου ελεύθερες στο πληκτρολόγιο και μέσα σε δέκα λεπτά είχαν γράψει  την απολογία τους.

Με πνίγει τούτη η πόλη.
Γνωρίστηκα πια με όλες τις αναστολές.
Ερωτεύτηκα αδιέξοδα, παθιάστηκα με ανούσιες διαδρομές.

...

Πνίγομαι..
Δεν κατάφερα να συμφιλιώσω τις προσωπικότητές μου στον ίδιο χρόνο. Γραμματικά λάθη μου κόστισαν χρονικές αναντιστοιχίες.
Οι παράλληλοι εαυτοί μου δεν διαπραγματεύτηκαν ποτέ ειρηνικά με το παρόν.
Ίσως δεν έπρεπε να τους διδάξω γραμματική και ορθογραφία.
Τώρα  ξέρω πως θα προτιμούσα ένα παρόν γεμάτο λάθη αμάθειας, ενοχές χωρίς επιτονισμούς, αναλφάβητα σ’ αγαπώ και έναν ενεστωτικό μέλλοντα γαλήνης.

...

Πνίγομαι, όσο και να φυσάει η προσμονή...

Η κατήγορος Συνείδηση διαβάζοντας την, πρότεινε επανεξέταση και οι ένορκοι απεφάνθησαν την άρση των περιοριστικών μου μέτρων στη ζωή... με ταυτόχρονη πανελλήνια βράβευση... 
Ακολούθησαν συνεχείς εκθέσεις σε πολλαπλά επίπεδα... τίμησαν και δημοσίευσαν κι άλλες μου διαταραχές... Κι όχι ότι σώθηκα με τις περγαμηνές, αλλά έμαθα να ξεγελώ τον κόσμο και ν’ απολαμβάνω τις σιωπές..."


Μ' έχεις. Το ξέρεις. Αλλά θα προσπαθήσω λιγάκι να σε ξαφνιάσω αν μπορεί κανείς να σε ξαφνιάσει σε επίπεδο συμπεριφορών. Πόσο μάλλον εγώ, όταν έχω εκτεθεί ανεπανόρθωτα και... συνεχίζω να το κάνω, απόλυτα συνειδητά και ανακουφιστικά. Ο, ναι! Και μην ακούω διαμαρτυρίες: "Δε δουλεύω σήμερα!!!".

Ε, λοιπόν, μ' αρέσει η εξέλιξη αυτή! Πολύ! Όχι μόνο αυτές οι γραμμές που 'ρχονται από 'κεί που (δεν) το περιμένω, αλλά κυρίως αυτές οι συμπεριφορές που βγαίνουν από 'κεί ακριβώς όπου δεν τις περιμένω! Εντυπωσιάζομαι από τις αποστάσεις που διανύω πάνω στις πατερίτσες μου. Όταν πέφτουν χιλιάδες πατώματα και σε πλακώνουν, περιμένεις ότι δε θα βγεις καν ζωντανός! Κι όμως! Ακόμα αναπνέω, ακόμα κι αν μερικές φορές οι ανάσες μετριούνται λειψές και η ανάγκη για κατάδυση γίνεται επιτακτική. Τότε ακριβώς αρπάζομαι από τις πατερίτσες μου και... δες με! Περπατώ. Πατάω σε ό,τι με πονά. Ε, κι αν η πτώση έρθει, η συνήθεια δε θα μ' αφήσει να πνιγώ. 

"Πού ήσουν τέτοια ώρα;", ερώτηση με ψήγματα σαρκασμού.
"Εε... έξω...", ψιθυριστά, με το κεφάλι σκυμμένο και τα μάγουλα ροζ και ελαφρώς φουσκωμένα από παράπονο.
"ΜΠΡΑΒΟ, κορίτσι μου!", ενθουσιασμός που... να λέω την αλήθεια, περίμενα να δω. "Το επόμενο βήμα είναι να βγαίνεις τέτοια ώρα και να πηγαίνεις για μπίρες!". 
Πληθυντικός ακούστηκε. Οι γραμματικές μου εμμονές... "Τα πολλά", σκέφτομαι, "πάντα τα πολλά!". Τα περισσότερα. Τα "χιλιάδες πατώματα" πάνω μου. Αλλά... γιατί όχι; Λίγη προσπάθεια ακόμα. Και όπου. Όσο. Αρκεί να φυσά η προσμονή. Μόνο που... φυσά με δύναμη και... σηκώνει κύματα. Ενίοτε μετακινεί θεμέλια...

Το επόμενο πρωί οι πατερίτσες με πρόδωσαν και κόντεψα να πνιγώ. Ατέλειωτη αλμύρα μέσα. Θύμωσα με τον ουρανό που "θλίβεται και βρέχει όλες του τις ενοχές", όπως λες. Είπα να βρέξω κι εγώ, αλλά... ο βρεγμένος τη βροχή... Κι έτσι πείσμωσα. Διέταξα τα κύματα να σταματήσουν. Και σταμάτησαν! Καταλαβαίνεις;;; Σταμάτησαν! Άρπαξα τις πατερίτσες μου και... σκαρφάλωσα ένα ακόμα πάτωμα. Διαπίστωσα ότι δεν ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Λίγο πείσμα, λίγη καλή διάθεση, μερικά χιλιόμετρα υπομονής, ένας δροσερός καφές και μια διάθεση για κουβέντα μοιρασμένη στα δύο. Μαγικό! Γαλήνη στον ορίζοντα. 

Να συνεχίσω; Αντέχεις ακόμα λίγη έκπληξη; 

Ήχος γνώριμος και πολύ πολύ αγαπημένος ταράζει τη σιωπή μου. Φωνή επίσης αγαπημένη αλλά αρκετά χουζούρικη, με τη νύστα ακόμα κρατημένη πάνω της καλά, μου ζητά διερευνητικά μια... "χάρη". Και η χάρη γίνεται... χαρά! "Θέλω! Σε δυο ωρίτσες;". Γελάκι πονηρό. Κλείσιμο του ματιού στην οθόνη. Ασκήσεις ενδυνάμωσης των κάτω άκρων, παράλληλα με το τρεχαλητό των άνω σε μαύρα συννεφάκια με άσπρες φωνούλες. Και αφού τα συννεφάκια τακτοποιήθηκαν και οι φωνούλες σχημάτισαν κραυγή, αφού τα κάτω άκρα δυνάμωσαν λιγάκι... λέω να δοκιμάσω και σήμερα. Πάντα με τις πατερίτσες μου. Ένα ένα τα ρίσκα. Ένα ένα τα πατώματα. Μια μια οι ανάσες. Πού θα μου πάει; Τριάντα χρόνια έκανα υπομονή. Μπορώ λίγο ακόμα. 


Πονεμένο Γόνατο 



Υ.Γ. Πώς περνάτε οι Εφτά Χιονάτες; Ελπίζω να βρήκατε το Νάνο σας, για τις ισορροπίες του Παραμυθιού. 
Υ.Γ. Ααααα!!! Λες;;;; χεχεεεεεεεεεεεεε!!!! :D
Υ.Γ. ΈΞΙ (6) ώρες μετά επιστροφή. Πώς με βρίσκεις;